Έρχεται βαρυχειμωνιά στην Βρεταννική οικονομία
Οι επιλογές του «σοφού» βρεταννικού λαού αποδεικνύουν, τελικά, την αδυναμία της γνώσης και του ορθολογισμού απέναντι στις δυνάμεις του λαϊκισμού και της συνειδητής ασυναρτησίας.
Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η καλή κατάσταση στην οποία βρισκόταν η βρεταννική οικονομία καθώς άρχιζε το Brexit –κάτι που αποτελεί καλοδεχούμενο νέο για την πρωθυπουργό Τερέζα Μέϊ– δεν θα επηρεάσει τις αποφάσεις που θα λάβουν οι αξιωματούχοι της Τράπεζας της Αγγλίας και του υπουργείου Οικονομικών τους ερχόμενους μήνες. Οι κεντρικοί τραπεζίτες της Βρεταννίας θα αντιμετωπίσουν τον ρυθμό ανάπτυξης του δεύτερου τριμήνου ως ιστορικό αξιοπερίεργο, πράγμα το οποίο άλλωστε είναι.
του
Larry Elliott*
Η βρεταννική οικονομία θα υποφέρει. Και δεν έχουν αρχίσει ακόμα οι διαπραγματεύσεις με την Ένωση. Οι επιλογές του «σοφού» λαού διδάσκουν, αν μη τί άλλο, ότι τελικά ο φόβος και ο λαϊκισμός είναι πολύ πιο ισχυρά συναισθήματα από την γνώση και την ορθή επιλογή –αν, βέβαια, μπορεί να υπάρξει.
Πηγαίνοντας λοιπόν πίσω από τα νούμερα και την υποχρεωτική αισιοδοξία του νέου υπουργού Οικονομικών, Φίλιπ Χάμοντ, τα νέα για όσους μπορούν να καταλαβαίνουν το κρυφό νόημα των λέξεων δεν είναι από τα πιο ευχάριστα. Και αυτό παρά τις αισιόδοξες νότες της Στατιστικής Υπηρεσίας, οι οποίες όμως βασίζονται σε στοιχεία του πρώτου τριμήνου 2016 και, ως τέτοια, μετά το Brexit δεν μπορούν να εκτιμηθούν με τον ίδιο τρόπο.
Όταν ο Φ. Χάμοντ μίλησε για «περίοδο προσαρμογής», αυτό που εννοούσε ήταν ότι η οικονομία θα επιβραδυνθεί (ενδεχομένως απότομα) μετά την απόφαση για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση. Αυτό που είναι σίγουρο είναι ότι η καλή κατάσταση στην οποία βρισκόταν η βρεταννική οικονομία καθώς άρχιζε το Brexit –κάτι που αποτελεί καλοδεχούμενο νέο για την πρωθυπουργό Τερέζα Μέϊ– δεν θα επηρεάσει τις αποφάσεις που θα λάβουν οι αξιωματούχοι της Τράπεζας της Αγγλίας και του υπουργείου Οικονομικών τους ερχόμενους μήνες. Οι κεντρικοί τραπεζίτες της Βρεταννίας θα αντιμετωπίσουν τον ρυθμό ανάπτυξης του δεύτερου τριμήνου ως ιστορικό αξιοπερίεργο, πράγμα το οποίο άλλωστε είναι.
Στο πλαίσιο αυτό, αν κρίνουμε από τις έρευνες που διενεργήθηκαν έκτοτε, το Brexit επηρέασε αρνητικά τις οικονομικές προοπτικές τόσο για τον τομέα των υπηρεσιών όσο και για τον τομέα της μεταποίησης. Οι κατασκευές ήταν ένας τομέας όπου ήδη υπήρχαν δυσκολίες πριν από την διενέργεια του δημοψηφίσματος. Είναι πιθανόν ότι ο κατασκευαστικός τομέας θα αντιμετωπίσει ακόμη δυσκολότερο χειμώνα από τους υπόλοιπους τομείς της βρεταννικής οικονομίας.
Από εδώ και στο εξής η βρεταννική οικονομία θα επιβραδυνθεί σημαντικά. Το χρονικό διάστημα που θα διαρκέσει αυτή η επιβράδυνση και η έντασή της θα εξαρτηθούν από το πόσο γρήγορα θα ξαναβρούν οι επιχειρήσεις την ισορροπία τους. Η Τράπεζα της Αγγλίας το γνωρίζει και γι αυτό τον λόγο ανακοίνωσε μία μεγάλη δέσμη μέτρων που έχουν σχεδιαστεί ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη προς την βρεταννική οικονομία. Παρόλα αυτά και με δεδομένη την διεθνή συγκυρία, η βαρυχειμωνιά είναι ένα προγνωστικό που υπερέχει αισθητά έναντι άλλων, πιο «χαρούμενων» σεναρίων.
* Οικονομικός σχολιαστής στην εφημερίδα Guardian