του Martin Sandbu
Κάποτε, όχι πριν από πολύ καιρό, η Ιταλία και η Γερμανία θεωρούνταν συνήθως αντίθετοι πόλοι της οικονομικής συζήτησης στην ευρωζώνη. Αλλά σήμερα υπάρχει μια αξιοσημείωτη σύγκλιση -τουλάχιστον αν σκεφτούμε τα κορυφαία οικονομικά «φώτα» αυτών των χωρών.
Συγκεκριμένα, εννοώ τον Μάριο Ντράγκι, τον πρώην πρωθυπουργό της Ιταλίας και πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, και το Γερμανικό Συμβούλιο Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων (ΓΣΟΕ), έναν επίσημο αλλά ανεξάρτητο συμβουλευτικό σώμα. Και οι δυο είναι ό,τι πιο κοντινό μπορεί να έχει κανείς σε φύλακα της ευρωπαϊκής οικονομικής ορθοδοξίας. Και οι δυο, επίσης, πρόσφατα εξέδωσαν ανακοινώσεις που δείχνουν πόσο πολύ έχει μετακινηθεί η ορθοδοξία.
Αυτό είναι καλοδεχούμενο νέο.
Ακολουθούν τα τρία σημαντικότερα πράγματα που μας λένε οι ανακοινώσεις αυτών των φωστήρων για τη νέα ευρωπαϊκή συναίνεση:
1. Η «ανταγωνιστικότητα» με καταστολή μισθών πέθανε (στο καλό να πάει)
Ο όρος «ανταγωνιστικότητα» μπορεί να μην εξαφανιστεί ποτέ από το λεξιλόγιο της ευρωπαϊκής οικονομικής πολιτικής, αν και θα έπρεπε. Αλλά, ευτυχώς, σχεδόν κανένας δεν τον χρησιμοποιεί με τον τρόπο που το έκανε πριν από 10-15 χρόνια, όταν έγινε το σλόγκαν για πολιτικές που ήταν σχεδιασμένες για να μειώσουν τους μισθούς (θυμάστε την εμμονή με το «μοναδιαίο κόστος εργασίας»;) Όταν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής αναφέρουν σήμερα την ανταγωνιστικότητα, πιθανόν εννοούν επενδύσεις, ενεργειακά κόστη και κίνητρα για καινοτομία.
Και έχει σημασία που αυτή η μετακίνηση τροφοδοτήθηκε από παίκτες με επιρροή όπως ο Ντράγκι και το ΓΣΟΕ. Ο Ντράγκι την περασμένη εβδομάδα εκφώνησε έναν δυναμικό λόγο στην Κοΐμπρα, ενώ το ΓΣΟΕ αυτήν την εβδομάδα εξέδωσε την εαρινή του έκθεση, την πρώτη από τότε που η νέα γερμανική ηγεσία άλλαξε τους κανόνες δανεισμού για να λανσάρει μια μεγάλη δημοσιονομική τόνωση. Και στα δυο κείμενα, η κάποτε κυρίαρχη εστίαση στην ανταγωνιστικότητα των μισθών δεν φαίνεται πουθενά.
Ο «σούπερ Μάριο» επιλέγει προσεκτικά τις παρεμβάσεις του, αλλά παρεμβαίνει όλο και πιο δυναμικά όταν αποφασίζει να μιλήσει δημοσίως. Αυτή τη φορά, επαύξησε το μήνυμα του «Ντράγκι plus» που πήραν οι ακροατές από την ομιλία που είχε παραθέσει στο Παρίσι τον περασμένο Δεκέμβριο.
Δεν μασάει τα λόγια του για την κλίμακα της πρόκλησης που αντιμετωπίζει η ευρωπαϊκή οικονομία.
…τα πρόσφατα γεγονότα είναι σημείο καμπής. Η ευρεία χρήση μονομερών ενεργειών για τη διευθέτηση εμπορικών δυσαρεσκειών, και η οριστική αφαίρεση δικαιωμάτων του [Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου] έχουν υπονομεύσει την πολυμερή τάξη με τρόπο που δύσκολα αντιστρέφεται… οι αντιλήψεις μεταξύ της βιομηχανίας, των εργαζομένων, των πολιτικών και των αγορών έχουν αλλάξει από εφησυχασμό σε συναγερμό.
Οι ουσιαστικοί κίνδυνοι που αντιμετωπίζουμε για την ανάπτυξή μας, τις κοινωνικές μας αξίες και την ταυτότητά μας, κρέμονται πάνω από όλες τις αποφάσεις μας. Βλέπουμε μεγάλες θεσμικές ρήξεις. Το πολιτικό σοκ από τις ΗΠΑ είναι τεράστιο.
Ο Ντράγκι διερωτάται «γιατί καταλήξαμε να είναι στα χέρια των Αμερικάνων καταναλωτών η ανάπτυξή μας». Η απάντησή του είναι ένα καυστικό κατηγορώ των πολιτικών που υιοθετήθηκαν για να αντιμετωπιστεί η κρίση κρατικού χρέους της ευρωζώνης (για την οποία, θα πρέπει να πούμε, φέρει κάποια ευθύνη και ο ίδιος ως μέρος του ευρωπαϊκού κατεστημένου των ιθυνόντων την περίοδο εκείνη) και, συγκεκριμένα, της περικοπής της εγχώριας κατανάλωσης και της εστίασης στις μειώσεις μισθών, αντί για την παραγωγικότητα.
Το ΓΣΟΕ επίσης, ενώ επικεντρώνονται πιο στενά στη Γερμανία, διαμαρτύρεται για τη στασιμότητα της οικονομικής δυναμικής και προειδοποιεί για το εμπορικό σοκ που έρχεται από τις ΗΠΑ. Αυτό που απουσιάζει από τη λίστα συστάσεων των εμπειρογνωμόνων είναι εξίσου σημαντικό με αυτό που περιλαμβάνεται σε αυτήν: η σιγή ως προς την ανταγωνιστικότητα των μισθών λέει πολλά.
2. Επενδύσεις, επενδύσεις, επενδύσεις
Με την ανταγωνιστικότητα να έχει εκθρονιστεί, οι επενδύσεις είναι τώρα ο βασιλιάς, και το θεμέλιο των νέων συμβουλών πολιτικής που διατυμπανίζουν τόσο ο Ντράγκι όσο και οι Γερμανοί εμπειρογνώμονες.
Το ΓΣΟΕ χτυπάει κατ’ ευθείαν στο αδύναμο σημείο του νέου πακέτου δημοσιονομικής τόνωσης του Γερμανού καγκελάριου Φρίντριχ Μερτς. Το πακέτο αυτό υποτίθεται πως θα διοχετεύσει νέο δανεισμό, που θα εξαιρείται από το συνταγματικό φρένο χρέους, προς αμυντικές δαπάνες άνω του 1% του ΑΕΠ και προς ένα ταμείο 500 δισ. ευρώ για δαπάνες για υποδομές.
Αλλά στα πιο περίεργα σημεία της γερμανικής οικονομικής συζήτησης, υπάρχουν ανησυχίες πως ο επιπλέον δανεισμός μπορεί απλά να συμπληρώσει τις δαπάνες για τις οποίες ήδη υπήρχε δέσμευση στον τακτικό προϋπολογισμό, απελευθερώνοντας έτσι κεφάλαια για κοινωνικές δαπάνες και κρατική κατανάλωση.
Το ΓΣΟΕ φοβάται το ίδιο και είναι ξεκάθαρο πως αν αυτό συμβεί, τότε το δημοσιονομικό πακέτο δεν θα αποδώσει όσο θα μπορούσε σε επίπεδο παραγωγικότητας και ενίσχυσης της ανάπτυξης (και θα μπορούσε επίσης να προσκρούσει στους ευρωπαϊκούς δημοσιονομικούς κανόνες). Ζητά αυστηρότερους μηχανισμούς για να διασφαλιστεί πως ο επιπλέον δανεισμός θα χρησιμοποιηθεί για επιπλέον επενδύσεις.
Για τον Ντράγκι, η ανάγκη για επενδύσεις είναι ένα επιχείρημα για κοινό ευρωπαϊκό δανεισμό και κοινές κεφαλαιαγορές, ώστε να προσελκύσει ξανά στην δική της οικονομία τις τεράστιες κεφαλαιακές εξαγωγές της ΕΕ.
Είναι επίσης ένα επιχείρημα για την άρση των εναπομεινάντων φραγμών μεταξύ χωρών της ΕΕ ώστε να δημιουργήσουν ένα θετικό σοκ προμήθειας που θα αυξήσει την παραγωγικότητα και τους μισθούς ως απάντηση στην αυξημένη εγχώρια ζήτηση. Και αυτό συνεπάγεται μια διαδικασία εκ βάθρων διαρθρωτικών αλλαγών.
3. Ο φιλικός προς το κατεστημένο κορπορατισμός δεν έχει άλλο δρόμο μπροστά του
Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις παραδοσιακά προστατεύουν την κατεστημένη βιομηχανία τους και μια άποψη για την ιστορία της ΕΕ είναι πως δημιουργήθηκε ως ένα σε μεγάλο βαθμό κορπορατικό μπλοκ (αν και πλέον τάσσεται σθεναρά υπέρ του ανταγωνισμού εδώ και δεκαετίες, περισσότερο απ’ ότι οι ΗΠΑ).
Το κλασικό παράδειγμα αυτού, βεβαίως, είναι η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία, που μαζί με άλλες γερμανικές βιομηχανίες έχει μεγάλο πολιτικό βάρος, αλλά και αντιπροσωπεύει για ένα δυσανάλογο μερίδιο επενδύσεων.
Ωστόσο, αυτό που προκύπτει από τις ομιλίες του Ντράγκι -και, φυσικά, από την επιδραστική έκθεσή του από πέρυσι- είναι ότι η προσκόλληση στις δόξες του παρελθόντος θα επιδεινώσει τα οικονομικά προβλήματα της Ευρώπης.
Η ενίσχυση των επενδύσεων, η εμβάθυνση της ενιαίας αγοράς και η ανακατεύθυνση της ζήτησης - όλα αυτά αποτελούν στοιχεία μιας στρατηγικής που θα κάνει τον κόσμο λιγότερο άνετο για τους καθιερωμένους βιομηχανικούς γίγαντες της Ευρώπης, ακριβώς με το να τον κάνει πιο ελπιδοφόρο για νέες, καινοτόμες δραστηριότητες. Ο Ντράγκι είναι σαφής ως προς αυτό, εκθέτοντας τα συμφέροντα που αντιστέκονται στην αλλαγή.
Είναι ευχάριστο, λοιπόν, που το ΓΣΟΕ κοιτάζει αυτή την πρόκληση κατάματα και λέει «έλα». Ή με τα δικά της λόγια:
Οι βιομηχανικές, εργασιακές, περιφερειακές και διαρθρωτικές πολιτικές μπορούν να συμβάλουν στη μείωση του κόστους προσαρμογής των διαρθρωτικών αλλαγών και να βελτιώσουν τις μακροπρόθεσμες προοπτικές ανάπτυξης, υπό την προϋπόθεση ότι αποφεύγεται η διατήρηση παρωχημένων οικονομικών δομών [η έμφαση δική μου] ...
Αντί να χρησιμοποιούνται δαπανηρές και αναποτελεσματικές επιδοτήσεις για τη διατήρηση θέσεων εργασίας που δεν είναι πλέον ανταγωνιστικές, η διαρθρωτική αλλαγή θα πρέπει να συνοδεύεται από στοχευμένες πολιτικές για την αγορά εργασίας που εστιάζουν στην κατάρτιση, την αναβάθμιση των δεξιοτήτων και την επανεκπαίδευση. Αυτό μπορεί να διασφαλίσει ότι οι εργαζόμενοι ανακατανέμονται αποτελεσματικά σε τομείς με καλύτερες μακροπρόθεσμες προοπτικές.
Υπάρχουν πολλά περισσότερα και στις δυο αναλύσεις από τα λίγα στοιχεία που έχω τονίσει εδώ. Aλλά το γενικότερο σημείο είναι πως η κοπερνίκεια επανάσταση στην οικονομική σκέψη της ΕΕ έχει συντελεστεί σε μεγάλο βαθμό.
Αυτό δεν επαρκεί για να πραγματοποιηθούν οι απαιτούμενες πολιτικές -αν και είναι απαραίτητο. Χρειαζόμαστε επίσης πολιτικούς που θα απορροφήσουν πλήρως τα νέα μαθήματα και θα ενεργήσουν αναλόγως προκειμένου να σπάσουν την αντίθεση προς την αλλαγή από τα συμφέροντα. Αυτό είναι πολιτικό καθήκον, και η μπάλα είναι στο γήπεδο των πολιτικών ηγετών.