του Aθ. Χ. Παπανδρόπουλου
Αλλαγές και προσαρμογές χωρίς την ευρύτερη συμμετοχή ανθρώπων που καταλαβαίνουν γιατί είναι απαραίτητες και άρα τις επιδιώκουν, δεν είναι δυνατόν να πραγματοποιηθούν. Εξάλλου, αυτή η διαφορά μεταξύ ανθρώπων που θέλουν μετασχηματισμούς και όλους τους άλλους, πέρα από την πολιτική της διάσταση, σήμερα είναι ένα από τα πιο σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι παραδοσιακές επιχειρήσεις.
Αυτός είναι και ο λόγος που τα τελευταία χρόνια παρατηρούνται θεαματικές εκτοπίσεις από την αγορά επιχειρήσεων οι οποίες κάποτε κατείχαν ηγετικές θέσεις στις αγορές τους.
Υπό αυτές τις νέες συνθήκες, δεν είναι πλέον λίγες οι νέες πρωτοβουλίες σημαντικών εταιρειών να προωθούν πολιτικές coaching της ενσυναίσθηση. Με άλλα λόγια η ψυχολογία μπαίνει για καλά στον κόσμο των επιχειρήσεων και εκτοπίζει παλαιές εδραιωμένες αντιλήψεις.
Όπως τονίζει η σύμβουλος επιχειρήσεων Ελίζαμπεθ Ρούντ, «....πολλές μελέτες τα τελευταία τρία χρόνια, έχουν δείξει ότι οι άνθρωποι πετυχαίνουν περισσότερα όταν είναι σε θετική κατάσταση τόσο από ψυχολο-γικής όσο και σωματικής άποψης. Πώς μπορούμε όμως να βάλουμε κάποιον στο σωστό πλαίσιο σκέψης; Κρίσιμο στοιχείο επιτυχίας είναι η ενσυναίσθηση.
Ξεκινάμε, λοιπόν, δείχνοντας αυθεντικό ενδιαφέρον και μέριμνα για τον άλλον, ώστε να μπορέσουμε να χτίσουμε μια σχέση η οποία θα «αντηχεί» τη θετική αυτή στάση. Θα πρέπει επίσης να δείξουμε καλώς εννοούμενη περιέργεια: να θέτουμε διερευνητικές, ανοικτές ερωτήσεις σχεδιασμένες ώστε να βοηθούν τον άλλον να πραγματοποιήσει το ατομικό του όραμα - το οποίο και αποτελεί το πλαίσιο συνεργασίας μέσα στις εταιρίες....».
Κατά συνέπεια, οι περισσότεροι ψυχολόγοι αναγνωρίζουν το ρόλο του coaching στις επιχειρήσεις, αν και αρκετά ηγετικά στελέχη τους το σνομπάρουν. Επιμένουν ωστόσο οι ψυχολόγοι ότι το coaching, ακόμα και όταν συναντά αντιδράσεις, πρέπει να συνεχίζεται μέχρι να ανακαλύψει κανείς τον ιδανικό εαυτό του.
Η προσπάθεια για οποιαδήποτε αλλαγή απαιτεί χρόνο και προσπάθεια. Ακόμα και τα πιο καλοσχεδιασμένα πλάνα συχνά αποτυγχάνουν ή χρειάζονται χρόνο για να ολοκληρωθούν. Έρευνες της Phillippa Lally στο University College του Λονδίνου κατέγραψαν ότι χρειάζεται μεταξύ 18 και 254 ημερών για να διαμορφωθεί μια καινούρια συνήθεια.
Η ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων, η διαχείριση σχέσεων και η αλλαγή καριέρας απαιτούν ακόμη μεγαλύτερη δέσμευση και περιλαμβάνουν αρκετά σταμάτα-ξεκίνα. Μεγάλο μέρος της δουλειάς του coach είναι να διατηρήσει την πρόοδο στη σωστή κατεύθυνση: τη δοκιμή νέων συμπεριφορών και διαφορετικών τακτικών και, στη συνέχεια, την εξάσκηση και την εξέλιξη εκείνων που αποδεικνύονται αποτελεσματικότερες.
Η μάθηση, η ανάπτυξη και η αλλαγή της ταυτότητας και των συνηθειών ενός ανθρώπου δεν αποτελούν ατομική δουλειά. Αποτελεί μεγάλη πρόκληση και προϋποθέτει υποστήριξη τόσο από τον coach, όσο και από μία ευρύτερη ομάδα σε ρόλο «δικτύου ανάπτυξης». Οι ψυχολόγοι προτείνουν μάλιστα
στους coaches να δημιουργούν ένα προσωπικό συμβούλιο από ανθρώπους που αποτελούν πρότυπο διαφορετικών τύπων συμπεριφοράς. Το σκεπτικό είναι να εντοπιστεί μια ομάδα ανθρώπων που μπορούν να λειτουργήσουν ως πηγή έμπνευσης αλλά και δέσμευσης για επιτυχία. Εάν ξεκινήσετε να εκπαιδεύετε συναδέλφους με βάση το πλαίσιο της ηθελημένης αλλαγής τότε αυτοί μπορούν με τη σειρά τους να λειτουργήσουν ως υποστηρικτές της αντίστοιχης προσωπικής εξέλιξης άλλων συναδέλφων. Το σημαντικότερο καθήκον κάθε στελέχους της επιχείρησης είναι να βοηθήσει τους ανθρώπους γύρω του να υλοποιήσουν το δυναμικό τους. Κι όταν το coaching επιτελείται με θετική διάθεση, τότε γίνεται μεταδοτικό και αποκτά με μεγάλες διαστάσεις μέσα στην εταιρεία.Για το καλό όλων των ανθρώπων της.