του Γιάννη Ρούντου*
Το “ευρωπαϊκό όνειρο” έως σήμερα φαίνεται να εξελίσσεται σε μια γραφειοκρατική φενάκη, περιοριζόμενο μόνο στο οικονομικό σκέλος.
Μια ισχυρή και ενιαία Ευρώπη ως επιστέγασμα προϋποθέτει, για μια αποτελεσματική ολοκλήρωση της ιδέας, να προηγηθούν άλλες κοινές αξιακές παραδοχές. Πρακτικά, έχουμε να διανύσουμε αποστάσεις όπου τα πράγματα της “ανάπτυξης” τρέχουν πολύ γρηγορότερα από εμάς και μας υπαγορεύουν απαρέγκλιτα στενές επιλογές στην ανταγωνιστική επιχειρηματικότητα και οικονομία, καθώς δημιουργούν “δεδομένα”.
Εδώ, ο Πολιτισμός έρχεται να διευρύνει δυνατότητες, ως πεδίο κοινής αναφοράς και μεγάλο πλεονέκτημα υπεροχής αναξιοποίητο εν πολλοίς, που μπορεί να εξισορροπήσει και να συγκεράσει, με τον ήπιο χαρακτήρα του διαλόγου και της όσμωσης μεταξύ των ευρωπαϊκών κρατών και με την ανάδειξη των πολιτιστικών αξιών, διαφορετικές τάσεις προς την κατεύθυνση μιας συνισταμένης ευρωπαϊκής προόδου.
Σύμφωνα με το σχέδιο της Επιτροπής, η “πολιτιστική πυξίδα για την Ευρώπη” θα κατευθύνει την ενωσιακή πολιτική προς μια ΕΕ η οποία:
👉 στηρίζει και ενισχύει τις ευρωπαϊκές αξίες και τα πολιτιστικά δικαιώματα,
👉 ενδυναμώνει τους καλλιτέχνες και τους επαγγελματίες του πολιτιστικού τομέα,
👉 αξιοποιεί τον πολιτισμό και την πολιτιστική κληρονομιά για να γίνει πιο ανταγωνιστική, ανθεκτική και συνεκτική,
👉 προάγει τις διεθνείς πολιτιστικές σχέσεις και συμπράξεις.
Πρακτικά, στόχος είναι να αξιοποιηθούν τα άφθονα και σπουδαία πολιτιστικά αγαθά της Ευρώπης. Ακόμη, να αντιμετωπιστούν τα εμπόδια που αποτελούν τροχοπέδη για τους κλάδους του πολιτισμού και της δημιουργικότητας, όπως:
👉 οι περιορισμοί στην καλλιτεχνική έκφραση,
👉 τα επισφαλή μέσα διαβίωσης των καλλιτεχνών,
👉 οι άνισες ευκαιρίες και ο μετασχηματιστικός αντίκτυπος της τεχνητής νοημοσύνης.
Τα παραπάνω σημεία του σχεδίου της “πυξίδας” εκτιμώ πως είναι το στοίχημα της Ευρωπαϊκής Βιωσιμότητας: προστιθέμενη αξία στα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα της Ευρώπης είναι το μοναδικό υπόβαθρο του πολύτιμου μωσαϊκού που χαρακτηρίζει τον Ευρωπαϊκό Πολιτισμό, με τη μακρά συνέχειά του, καθώς το λίκνο του βρίσκεται στα βάθη του χρόνου.
Ο Αλμπέρ Καμύ, μιλώντας πριν 69 χρόνια (Απρίλιος 1955 στην Πνευματική Ελληνογαλλική Ένωση), ακούγεται σήμερα τόσο επίκαιρος: “Ο Ευρωπαϊκός Πολιτισμός είναι ο τόπος της ποικιλομορφίας των σκέψεων, των αντιθέσεων, των αντιτιθεμένων αξιών και της ατέρμονης διαλεκτικής. Η ζωντανή διαλεκτική στην Ευρώπη είναι εκείνη που δεν καταλήγει σε ένα είδος απολυταρχικής ιδεολογίας και παράλληλα ορθόδοξης. Αυτός ο πλουραλισμός, που υπήρξε πάντα το θεμέλιο της έννοιας της ευρωπαϊκής ελευθερίας, μου φαίνεται πως είναι η πιο σημαντική συμβολή του πολιτισμού μας. Αυτός ακριβώς ο πλουραλισμός βρίσκεται σε κίνδυνο και αυτόν οφείλουμε, με κάθε τρόπο, να διαφυλάξουμε”.
Η “πολιτιστική πυξίδα για την Ευρώπη” μπορεί να γίνει αφετηρία για την ενεργοποίηση των θησαυρών μιας πλούσιας παρακαταθήκης απέναντι στη μονοδιάστατη εικόνα της οικονομικής ένωσης. Θα μπορούσε αυτή η παράδοση πολιτισμού να κάνει τη δυναμική διαφορά για την ΕΕ του μέλλοντος, δίνοντας απόκριση στο ερώτημα “ποιά Ευρώπη θέλουμε”.
Ειδικότερα για την Ελλάδα, ο Πολιτισμός και η πολιτιστική κληρονομιά ως ιστορικό απόθεμα (γράμματα, τέχνες, μνημεία) εν δυνάμει λειτουργικό στη σύγχρονη εποχή, αποτελεί όχι μόνον πηγή εθνικού πλούτου αλλά και το πιο πειστικό στοιχείο ταυτότητας για τη χώρα και το Γένος - ωστόσο, ταυτότητα που δυστυχώς φθίνει από κάθε πλευρά.
Είναι πραγματικό ότι η ελληνική επιχειρηματική κοινότητα, ιδιαίτερα μετά το άνοιγμα της αγοράς σε ξένα κεφάλαια και σε εισαγόμενη ηγεσία από την αλλαγή του αιώνα και εντεύθεν, σχεδόν αγνοεί τη σημασία της αναγνώρισης και αξιοποίησης του τοπικού πολιτιστικού αποθέματος.
Ας χρησιμοποιηθεί, λοιπόν, η “πυξίδα” - να μη μείνει στα χαρτιά. Ελπίδα είναι αυτό το μήνυμα να κατανοηθεί και να αξιολογηθεί με σοβαρότητα από τους επιχειρηματικούς οργανισμούς. Είναι βάσιμος ο σκεπτικισμός για την εφαρμογή, καθώς απαιτείται ανατροπή μιας ελλειμματικής και παραμορφωτικής κουλτούρας και η μετάβαση στις βαθύτερες πηγές γνώσης και ευημερίας, για μια ολιστική αναθεώρηση των περί βιωσιμότητας φληναφημάτων. Και τούτο, κάθε άλλο παρά υπόθεση αυτοματικών διαδικασιών και ελαχίστου χρόνου είναι, θέλει επιμονή και εστίαση στην πράξη σε βάθος χρόνου.
Το ερώτημα είναι αν θα ενδιαφερθούν να υποστηρίξουν ένα τέτοιο στοίχημα οι επιχειρήσεις συμμετέχοντας σε επενδύσεις και χρηματοδότηση και βέβαια προς τούτο, αν οδηγούνται από ηγέτες που κατανοούν τον Πολιτισμό.




