του
Nereo Penalver Garcia
Μετάφραση: Μαρία Γαλανάκη
Με κύριες αρμοδιότητες, την διοίκηση του Σώματος των Επιτρόπων, την χάραξη, μαζί με το Σώμα των Επιτρόπων, της ατζέντας της Ευρωπαϊκής Ένωσης και την εκπροσώπηση της ΕΕ στο εξωτερικό, ο υποψήφιος πρέπει να έχει προηγούμενη εμπειρία ως πρωθυπουργός ή υψηλόβαθμος υπουργός με όραμα και άριστη γνώση της αγγλικής γλώσσας - και κατά προτίμηση κι άλλων γλωσσών. Αυτές είναι οι άγραφες προϋποθέσεις για να είσαι υποψήφιος στη λεγόμενη διαδικασία Spitzenkandidaten.
Ο στόχος αυτής της θεσμικής καινοτομίας, που χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στις εκλογές του 2014, ήταν να φέρει την ΕΕ πιο κοντά στους πολίτες της, για να αυξήσει τη δημοκρατική νομιμότητα της Ένωσης. Αν και διανύουμε μια εποχή που αυτό είναι πιο αναγκαίο από ποτέ, δεν είναι σίγουρο ότι η διαδικασία Spitzenkandidaten θα χρησιμοποιηθεί ξανά στις εκλογές του 2019.
Οι επόμενες ευρωπαϊκές εκλογές θα είναι καθοριστικές για την εδραίωση αυτής της διαδικασίας και θα την καταστήσουν μη αναστρέψιμη. Ήρθε η ώρα να επιλέξουμε μεταξύ μιας πραγματικής πανευρωπαϊκής εκστρατείας και μίας επιστροφής προς τα πίσω, με την επιλογή του Προέδρου πίσω από κλειστές πόρτες. Στο πλαίσιο των εκλογών του 2019, υπάρχει μια πραγματική ευκαιρία να χρησιμοποιηθεί η διαδικασία Spitzenkandidaten για να δώσει νέα ώθηση στην ΕΕ.
Η επιτυχία της νέας διαδικασίας το 2014, οφειλόταν σε μεγάλο βαθμό στην ύπαρξη μίας συμφωνίας μεταξύ της πλειοψηφίας των πολιτικών ομάδων του Κοινοβουλίου: θα επέλεγαν μόνο έναν Πρόεδρο της Επιτροπής, που θα είχε συμμετάσχει στη διαδικασία Spitzenkandidaten και θα μπορούσε να συγκεντρώσει την πλειοψηφία στο Κοινοβούλιο. Οι ηγέτες των ομάδων προειδοποίησαν ότι θα απορρίψουν οποιοδήποτε άλλο υποψήφιο.
Στις 23 Φεβρουαρίου 2018, ο Πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Donald Tusk, ανακοίνωσε ότι «δεν υπάρχει αυτόματη διαδικασία» και ότι «το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο δεν μπορεί να εγγυηθεί εκ των προτέρων ότι θα προτείνει έναν από τους επικεφαλής υποψηφίους για Πρόεδρο της Επιτροπής». Συνεπώς, οι πολιτικές ομάδες του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα έπρεπε να μείνουν ενωμένες και πριν αλλά και μετά τις εκλογές, για να εξασφαλίσουν την κυριαρχία της διαδικασίας Spitzenkandidaten.
Πριν από την προεκλογική εκστρατεία, τα ευρωπαϊκά κόμματα θα πρέπει να πραγματοποιήσουν έναν αμερικανικού τύπου πρώτο γύρο εκλογών, μεταξύ των υποψηφίων. Τα εθνικά κόμματα έχουν ακολουθήσει αυτήν την κατεύθυνση, για την επιλογή των υποψήφιων αρχηγών των εθνικών κυβερνήσεων, συχνά με θεαματική επιτυχία, γεγονός που συμβάλλει στην επανασύνδεση με τους ψηφοφόρους.
Η εκστρατεία του 2014 ήταν μία πρόκληση, δεδομένου ότι οι υποψήφιοι είχαν μόνο έξι εβδομάδες για να πείσουν σχεδόν 400 εκατομμύρια ψηφοφόρους και να κάνουν εκστρατείες σε 28 κράτη μέλη, με διαφορετική γλώσσα και πολιτικές αντιλήψεις. Για τις επερχόμενες εκλογές, ο πρώτος γύρος θα πρέπει να ξεκινήσει το φθινόπωρο του 2018, δεδομένου ότι η επιλογή κάποιου λιγότερο δημοφιλή υποψηφίου από το εκλογικό σώμα, απαιτεί χρόνο.
Θα πρέπει επίσης, να δημιουργηθεί ένα πρόγραμμα, έτσι ώστε οι υποψήφιοι του Spitzenkandidaten να επισκεφτούν όλα τα κράτη μέλη της ΕΕ και να λάβουν την απαραίτητη προσοχή από τα ΜΜΕ κατά τη διαδικασία επιλογής. Ένας συνδυασμός συνέλευσης για την επιλογή των εκλογέων, προεκλογικής εκστρατείας και πρώτου γύρου εκλογών, θα μπορούσε να αυξήσει το ενδιαφέρον των ΜΜΕ και των πολιτών, για τις εκλογές της ΕΕ.
Μόλις επιλεγούν, θα μπορούσαν να ληφθούν τα ακόλουθα μέτρα για την αύξηση της προβολής των υποψηφίων κατά τη διάρκεια της εκστρατείας:
Πρώτον, θα πρέπει να συμπεριληφθεί το όνομα του υποψηφίου στην κορυφή του ψηφοδελτίου, μαζί με τα ευρωπαϊκά κόμματα που ανήκουν στην ίδια πολιτική οικογένεια με το δικό του. Αυτό θα συνέβαλε στη δημιουργία μιας πιο ορατής σύνδεσης μεταξύ εθνικών και ευρωπαϊκών κομμάτων.
Δεύτερον, είναι σημαντικό να δοθεί επιπλέον χρόνος στους υποψήφιους του Spitzenkandidaten, στα εθνικά μέσα ενημέρωσης, πέραν του χρόνου που αποδίδεται σε υποψηφίους βουλευτές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, όταν επισκέπτονται ένα κράτος μέλος της ΕΕ. Σε ορισμένα κράτη μέλη, θα πρέπει να τροποποιηθεί ο εκλογικός νόμος για να καταστούν δυνατές αυτές οι δύο προτάσεις.
Τρίτον, οι εθνικοί ραδιοτηλεοπτικοί σταθμοί θα πρέπει να διοργανώσουν debates στα μεγάλα τηλεοπτικά κανάλια, μεταξύ των υποψηφίων. Πρέπει να εξασφαλιστούν τα απαραίτητα εργαλεία και μέσα για την ερμηνεία των συζητήσεων, έτσι ώστε οι υποψήφιοι να μπορούν να μιλήσουν στη μητρική τους γλώσσα, σε περίπτωση που δεν κατέχουν την τοπική.
Τέλος, υπάρχει ένα συμβολικό μέτρο που θα μπορούσε να βοηθήσει στην προβολή της σημαντικότητας των εκλογών και στην δημιουργία μιας αίσθησης κοινού ευρωπαϊκού οράματος. Αυτό είναι, η διεξαγωγή της ψηφοφορίας σε ολόκληρη την ΕΕ την ίδια μέρα και ώρα, μία πρωτοβουλία που θα άνοιγε το δρόμο για την κοινή πορεία των χωρών της ΕΕ.
Μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις για τις εκλογές του 2019, θα είναι η προσέλκυση των εθνικών κομμάτων. Η οργάνωση της εκστρατείας από τα κόμματα αυτά θα είναι υψίστης σημασίας, για να εξασφαλιστεί η συνεργασία τους και η μετάβαση από τις εκλογές «δεύτερης τάξης», που επικεντρώνονται στα εθνικά ζητήματα, στις εκλογές «πρώτης τάξης», όπου οι πολίτες συνειδητοποιούν ότι οι επιλογές τους σε ευρωπαϊκό επίπεδο έχουν μεγάλη σημασία.
Ένας τρόπος να πεισθούν τα εθνικά κόμματα για την προστιθέμενη αξία μιας πανευρωπαϊκής εκστρατείας, είναι η προοπτική να έχουν περισσότερους πόρους για να μεταδώσουν το μήνυμά τους. Τα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα οργάνωσαν την εκστρατεία του 2014, με έναν μικρό αριθμό συμβούλων, που εργάζονταν όλο το 24ωρο. Αλλά αυτό δεν αρκεί για μια πανευρωπαϊκή εκστρατεία.
Η ύπαρξη περισσότερου προσωπικού, θα επέτρεπε στους διοργανωτές να προσεγγίσουν τις κατάλληλες ομάδες και να επικεντρωθούν στην «πάταξη της στρατηγικής ψηφοφορίας», κάτι το οποίο είναι αδύνατο να συμβεί με λίγους μόνο συμβούλους. Για να αυξηθούν οι διαθέσιμοι πόροι για μια ευρωπαϊκή εκστρατεία, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο θα μπορούσε να μελετήσει τη δυνατότητα αλλαγής των υφιστάμενων κανόνων, ώστε οι σύμβουλοι των πολιτικών ομάδων να μπορούν να συμμετάσχουν στην ευρωπαϊκή εκστρατεία για τους υποψήφιους του Spitzenkandidat.
Η μεγαλύτερη επιτυχία των εκλογών του 2014, ήταν ίσως η ιδέα των κοινών υποψηφίων. Αλλά το Spitzenkandidaten είναι μια διαδικασία, όχι ένα θαύμα. Και όπως συμβαίνει με οποιαδήποτε διαδικασία, θα πρέπει να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε για τη βελτίωσή της. Η ζωτικότητα της διαδικασίας θα καθορίσει την επιτυχία των εκλογών του 2019. Είναι λοιπόν καιρός να ανεβάσουμε ταχύτητα.